Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2016

Τουλίπες

Φώτα, κάμερες, πάμε!


Κοντοστάθηκε στην πόρτα. Αυτή την φορά ήταν σίγουρος για τον εαυτό του. Φόρεσε το δερμάτινο τζάκετ του και το κασκόλ που του είχε κάνει δώρο. Θα πήγαινε με την μηχανή. Μέσα στο καταχείμωνο και εκείνη η νύχτα ήταν τόσο ανοιξιάτικη. Ακόμα και η μυρωδιά του αέρα είχε κάτι από άνοιξη, σαν να πήγαιναν όλα με το μέρος του.  

Εκείνη ώρα τώρα σκεφτόταν να βγει για περπάτημα. Άνοιξε την μπαλκονόπορτα, η θερμοκρασία ιδανική. Φόρεσε το τζιν και τα αθλητικά της. Το βλέμμα της έπεσε σε εκείνο το δώρο με το ηλίθιο περιτύλιγμα, που η ίδια πριν λίγο καιρό είχε διαλέξει. Αποφάσισε να το παρατήσει στην πόρτα του. Θα περπατούσε μέχρι εκεί, θα χτυπούσε το κουδούνι, θα το άφηνε στην πόρτα και θα παρακολουθούσε από μακριά την αντίδρασή του καθώς θα το άνοιγε. Ήταν το τέλειο σχέδιο για να ξεφορτωθεί το δώρο με το γελοίο περιτύλιγμα και να κλείσει για τα καλά αυτή την υπόθεση.

Εκείνος βγήκε από το σπίτι και ανέβηκε στην μηχανή. Φόρεσε το κράνος και έβαλε μπροστά. Σκέφτηκε να περάσει από εκείνο το ανθοπωλείο. Θα της έπαιρνε λουλούδια. Ένα τεράστιο μπουκέτο με τα αγαπημένα της. Χαμογέλασε στην ιδέα και ξεκίνησε. Δεν έβλεπε την ώρα να την αντικρύσει, να της εξηγήσει, να δει το χαμόγελο και την αντιδρασή της. Σκέφτηκε να της προτείνει να πάνε βόλτα, όπως τότε. Ήταν τόσο αποφασισμένος, θα έβαφε εκείνη την νύχτα με τα πιο ωραία χρώματα. Έφτασε στο ανθοπωλείο, αγόρασε το μπουκέτο και χαμογελώντας ανέβηκε στην μηχανή για τον τελικό προορισμό.

Εκείνη έκλεισε με κρότο την πόρτα του σπιτιού της. Κατέβηκε από τις σκάλες και ξεκίνησε να περπατά. Διάλεξε την μεγάλη διαδρομή, έτσι ώστε να έχει χρόνο να επεξεργαστεί ξανά το σχέδιό της. Επαναλάμβανε από μέσα της “Το αφήνω στην πόρτα, χτυπάω κουδούνι και φεύγω. Ούτε γάτα, ούτε ζημιά”. Τι θα μπορούσε να πάει στραβά;! Ήξερε ότι τέτοια ώρα ήταν σπίτι. Οι παλάμες της ίδρωναν, είχε έναν κόμπο στο στομάχι. Άρχισε να βαδίζει πιο γρήγορα και η διαδρομή αυτή την φορά της φάνηκε ασυνήθιστα μικρή. Στην τελευταία στροφή, κοντοστάθηκε, δίστασε, αλλά τελικά συνέχισε. Θα το άφηνε και εκείνος δεν θα μάθαινε ποτέ τον αποστολέα. Κοίταξε τριγύρω, δεν ήταν κανένας. Έφτασε στην πόρτα, η καρδιά της χτυπούσε δυνατά, ο κόμπος στο στομάχι ανέβαινε σιγά σιγά όλο και πιο πάνω, τα γόνατα της έτρεμαν. Ακούμπησε την σακούλα στην πόρτα, χτύπησε το κουδούνι και έτρεξε στο απέναντι πεζοδρόμιο. Ένιωθε σαν κλέφτης. Κρύφτηκε πίσω από τα αμάξια και ευχόταν να μην έχει παρατηρήσει κανένας την περίεργη συμπεριφορά της. Η πόρτα δεν άνοιξε. Έδωσε άλλα 5 λεπτά.. Τίποτα. Πέρασε μισή ώρα έχοντας τα μάτια της καρφωμένα στην πόρτα, η οποία παρέμενε κλειστή, με κυριάρχο το αίσθημα ηλιθιότητας και τον κόμπο από το στομάχι να έχει ανέβει στον λαιμό και να εκδηλώνεται με ασταμάτητα δάκρυα. Θύμωσε με τον εαυτό της και πήρε τον δρόμο της επιστροφής, αυτή την φορά τον σύντομο. Θύμωσε με την παιδιάστικη ενέργεια της, ένιωθε σαν λυκειόπαιδο, μα μέσα της ήξερε οτι ήταν η ανταπόκριση που δεν βρήκε, αυτό που την πείραξε περισσότερο. Ήλπιζε σε κάτι περισσότερο από αυτό το κρυφτοκυνηγητό που είχε σχεδιάσει.

Εκείνος έφτασε σπίτι της, έβγαλε το κράνος, πήρε το μπουκέτο και μπήκε στην πολυκατοικία. Ο κόμπος στο στομάχι ήταν κυρίαρχο αίσθημα εκείνο το βράδυ και για τους δυο. Φόρεσε το πιο γοητευτικό χαμόγελό του και με γοργό ρυθμό ανέβηκε τις σκάλες. Έφτασε στην πόρτα της, πρόβαρε στο μυαλό του τα λόγια που θα της έλεγε και χτύπησε το κουδούνι. Η έξαψη κορυφώθηκε. Καμία ανταπόκριση. Το χτύπησε ξανά, από μέσα δεν ακουγόταν τίποτα. Σιωπή. Περίμενε λιγάκι, ενώ το χαμόγελο σβηνόταν σιγά σιγά από το πρόσωπο. Την θέση του ενθουσιαμού πήρε η απογοήτευση, ενώ ο ίδιος αισθάνθηκε ξαφνικά γελοίος. Όχι με αυτό που είχε σχεδιάσει, αλλά που πίστεψε ότι θα έβρισκε ανταπόκριση μετά απ' όλα αυτά. Έριξε ένα βλέμμα στα λουλούδια, είχαν χάσει ξαφνικά την ομορφιά τους. Κατέβηκε αργά τις σκάλες, έφτασε στο ισόγειο, άνοιξε την εξώπορτα και με βήμα νωχελικό έφτασε στον κάδο όπου πέταξε τα λουλούδια. Φόρεσε ξανά το κράνος, χωρίς την αποφασιστικότητα και τον ενθουσιασμό που τον διέκρινε στην αρχή, έβαλε μπροστά και χάθηκε. Η νύχτα είχε χάσει την μαγεία που της είχε αποδώσει στην αρχή.

Είκοσι λεπτά αργότερα εκείνη έφτασε σπίτι της. Πρόσεξε τις όμορφες τουλίπες στον κάδο. Προσπάθησε να σκεφτεί τον λόγο που μπορεί να βρίσκονταν εκεί τα αγαπημένα της λουλούδια. Ίσως να ήταν η μοναδική όμορφη στιγμή εκείνη την νύχτα.

Να περνάτε καλά και να γελάτε δυνατά! 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου